
Η κατάθλιψη είναι μία ψυχική νόσος, η οποία συναντάται σε μεγάλη μερίδα του πληθυσμού παγκοσμίως και δεν επηρεάζεται από την ηλικιακή ομάδα στην οποία ανήκει το άτομο. Άνθρωποι με κατάθλιψη βιώνουν έντονες αλλαγές στον τρόπο με τον οποίο σκέφτονται και αισθάνονται με αποτέλεσμα να μεταβάλλεται και ο τρόπος με τον οποίο συμπεριφέρονται και αλληλεπιδρούν με τους γύρω τους.
Πιο συγκεκριμένα, η κατάθλιψη έχει μία μεγάλη ποικιλία συμπτωμάτων που συχνά διαφέρουν από άνθρωπο σε άνθρωπο χάρη στην μορφή και στο μέγεθός της, αν δηλαδή είναι ήπια ή βαριά, στην ηλικία αλλά και στο φύλο. Υπάρχουν, βέβαια, ορισμένα συμπτώματα που θεωρούνται βασικά και φαίνεται να είναι κοινά στους περισσότερους ανθρώπους που τη βιώνουν.
«Νιώθω πως είμαι στο μαύρο πάτο ενός πηγαδιού…»
«Είναι σαν να είμαι κολλημένος σε μία κινούμενη άμμο, όσο κουνιέμαι τόσο βουλιάζω…»
Η πιο συνηθισμένη αλλαγή που συμβαίνει στη ζωή ενός ανθρώπου, είναι η αρνητική και έντονα «πεσμένη» διάθεση. Η κακή διάθεση συχνά περιλαμβάνει στεναχώρια και θλίψη, μελαγχολία ή και κλάμα, ακόμη κι αν δεν υπάρχει κάποιος συγκεκριμένος λόγος. Το άτομο αισθάνεται ότι καταρρέει, ενώ κάποιες φορές νιώθει ενοχές ή και θυμό, είναι ευαίσθητο, ευέξαπτο και νιώθει «κενότητα». Γενικότερα, υπάρχει μία αίσθηση ότι κανείς και τίποτα πλέον δεν μπορεί να το ευχαριστήσει. Πολύ συχνό είναι το συναίσθημα της κούρασης, της απελπισίας, του άγχους και της χαμένης ελπίδας. Χάνεται το ενδιαφέρον, ενώ απαξιώνονται οι δραστηριότητες και τα χόμπι που στο παρελθόν προκαλούσαν στο άτομο μεγάλη ανυπομονησία και χαρά ή χαλάρωση.
«Τίποτα καλύτερο δεν μου αξίζει…»
«Αν η ζωή μου συνεχιστεί έτσι, ποιο το νόημα;»
Πώς η κατάθλιψη, όμως, μπορεί και αλλάζει τον τρόπο που σκέφτομαι; Αρχικά, η κατάθλιψη επηρεάζει την ικανότητα του ανθρώπου να είναι συγκεντρωμένος, να θυμάται γεγονότα και να προσέχει καταστάσεις που υπό άλλες συνθήκες θα του τραβούσαν το ενδιαφέρον. Επίσης, τον δυσκολεύει να παίρνει αποφάσεις ακόμα και για καθημερινά θέματα, όπως το να επιλέξει που θέλει να πάει, τι θέλει να κάνει ή τι να φάει αργότερα. Εξαιτίας της κατάθλιψης προκαλούνται αρνητικές σκέψεις γύρω από τον ίδιο τον εαυτό του ατόμου, όπως το αίσθημα ότι δεν αξίζει τίποτα, η αυτοεκτίμηση και αυτοπεποίθηση μειώνονται και πρωταγωνιστεί ένα αίσθημα ανικανότητας. Μεγάλη προσοχή χρειάζεται να δοθεί σε ένα από τα πιο σοβαρά συμπτώματα της κατάθλιψης, που είναι οι σκέψεις θανάτου και αυτοκτονίας που μπορεί να προκληθούν. Κάποιες φορές η αίσθηση αυτή, ότι δηλαδή τίποτα δε θα αλλάξει ποτέ, δημιουργεί τόσο έντονη απόγνωση, που το τέλος της ζωής φαίνεται ως η μοναδική λύση, όμως αυτό ΔΕΝ ισχύει!
«Ποιο το νόημα να προσπαθώ, αφού τίποτα δε θα αλλάξει…»
«Είναι ένας τοίχος μπροστά μου… »
Μετά από τα παραπάνω είναι πολύ φυσιολογικό να επηρεάζεται η αντίδραση του ατόμου σε όσα συμβαίνουν στη ζωή του και η συμπεριφορά του στους γύρω του. Πολλές φορές δυσκολεύεται να ολοκληρώσει τις δουλειές του σπιτιού, ή απλώς την ανάγνωση ενός βιβλίου, δεν έχει όρεξη να φροντίσει τον εαυτό του, να κάνει μπάνιο ή να περιποιηθεί τον χώρο του. Επειδή, ακριβώς, μειώνεται η αποτελεσματικότητά του και στην εργασία του, δημιουργούνται επαγγελματικές δυσκολίες και οικονομικά προβλήματα. Επιπλέον, χάνει το ενδιαφέρον του για κοινωνικές αλληλεπιδράσεις, κι έτσι πολλές φορές απομακρύνεται από την οικογένειά του και τους φίλους του. Η κατάθλιψη επηρεάζει την ποιότητα του ύπνου, με αποτέλεσμα το άτομο να κοιμάται πάρα πολύ ή πολύ λίγο, καθώς και την όρεξη για φαγητό, που οδηγεί σε απότομη αύξηση ή μείωση των κιλών.
Πολύς κόσμος συχνά μπερδεύει την κατάθλιψη με τη θλίψη ή το θρήνο, μιας και πολλά από τα συμπτώματά τους είναι κοινά ή μοιάζουν. Σε όλες τις περιπτώσεις το άτομο βιώνει μία πολύ έντονη λύπη, έναν συναισθηματικό πόνο και μειωμένη όρεξη για συμμετοχή σε δραστηριότητες, αλλαγές στην κοινωνικότητά του αλλά και στην αποτελεσματικότητά του στην καθημερινότητα. Η θλίψη και η στεναχώρια, όμως, είναι το φυσιολογικό συναίσθημα του ανθρώπου σε κάτι δυσάρεστο που έχει γίνει, όπως ένας θάνατος, μία απόλυση ή ένας χωρισμός.
Για να διαγνωστεί κάποιος με κατάθλιψη χρειάζεται να πληρούνται ορισμένα βασικά κριτήρια – συμπτώματα σύμφωνα με το APA (American Psychiatric Association), ενώ τη διάγνωση τη παίρνουμε μόνο με τη βοήθεια ψυχιάτρου.