Τα ακριβή αίτια για την εμφάνιση της νευρικής ανορεξίας είναι άγνωστα. Ωστόσο, υπάρχουν πολλοί παράγοντες κινδύνου – όπως οι κοινωνικοί, γενετικοί, περιβαλλοντικοί, βιολογικοί και ψυχολογικοί – που συμβάλλουν στην εμφάνιση της διαταραχής.
Κοινωνικοπολιτισμικές επιδράσεις διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στις πεποιθήσεις γύρω από το βάρος και την αρνητική εικόνα σώματος. Εξαιτίας του φαινομένου της υπερβολικής επιβράβευσης του στεγνού και λεπτού σώματος, έχει ενισχυθεί η άποψη ότι όσο πιο αδύνατη είναι μια κοπέλα, τόσο πιο ιδανικό σώμα έχει και ότι θα πρέπει όλες οι γυναίκες να επιτύχουν το ιδανικό βάρος. Όλες αυτές του τύπου οι πεποιθήσεις έχουν προκαλέσει σε πολλές γυναίκες το αίσθημα του ανικανοποίητου και της απογοήτευσης.
Οι διατροφικές διαταραχές ξεκινούν ακριβώς από αυτό : από την προσπάθεια εκπλήρωσης ενός μη ρεαλιστικού στόχου.
Η αυτοαξία και η επιτυχία έχει ισοσκελιστεί με τη λεπτή σιλουέτα στη δυτική κουλτούρα, το οποίο και ενισχύει την επιθυμία πολλών ατόμων για την επίτευξη ενός ιδανικά λεπτού σώματος και αυξάνει την πιθανότητα για την εμφάνιση μίας διατροφικής διαταραχής.
Η γενετική και η βιολογία συμβάλλουν εξίσου στην ανορεξία. Οι διατροφικές διαταραχές τείνουν να εμφανίζονται στο οικογενειακό δέντρο: εάν ένα μέλος της οικογένειας έχει διαγνωσθεί με νευρική ανορεξία, υπάρχει μία αυξημένη πιθανότητα κάποιο άτομο μέσα στην οικογένεια ή στο συγγενικό περιβάλλον να είναι ευάλωτο στην εμφάνιση της διαταραχής. Αυτό συμβαίνει γιατί, συγκεκριμένα χρωμοσώματα, αυξάνουν την ευαισθησία στην εμφάνισης της ανορεξίας.
Ένας από τους βιολογικούς παράγοντες που μπορεί να επηρεάζουν την εμφάνιση διατροφικής διαταραχής είναι η διαφορετική βιοχημεία του εγκεφάλου, η οποία αυξάνει την πιθανότητα σε μερικά άτομα να αναπτύξουν μία διατροφική διαταραχή. Ο άξονας υποθάλαμος-υπόφυση-επινεφρίδια (ΥΥΕ), ένα νευροενδοκρινικό σύστημα, απελευθερώνει νευροδιαβιβαστές (ντοπαμίνη, σεροτονίνη, και νορεπινεφρίνη), οι οποίοι ρυθμίζουν το στρες, τη διάθεση και την όρεξη. Έρευνες αποδεικνύουν ότι τα επίπεδα σεροτονίνης και η νορεπινεφρίνης μπορεί να είναι χαμηλά σε άτομα με ανορεξία ή άλλες διατροφικές διαταραχές, το οποίο δείχνει τη σύνδεση μεταξύ λειτουργίας άξονα ΥΥΕ, βιοχημικής δυσλειτουργίας και πιθανότητας ανάπτυξης διατροφικής διαταραχής.
Υπάρχουν πληθώρα περιβαλλοντικών παραγόντων που συμβάλλουν στην εμφάνιση ανορεξίας. Εάν ένα άτομο μεγαλώνει σε μία οικογένεια όπου η εμφάνιση κριτικάρεται αυστηρά, υπάρχει μία ελεγκτική ατμόσφαιρα, το λεπτό σώμα συνδέεται με την καλή προσωπικότητα ή εξέχουν οι παράγοντες αυστηρής υγιεινής διατροφής, τότε το άτομα ίσως αναπτύξει μία παραμορφωμένη εικόνα σώματος και εαυτού. Η πίεση από τους συνομήλικους και το bullying μπορεί να επηρεάσει την αυτοεκτίμηση ή την αίσθηση αξιότητας και επάρκειας. Το τραύμα και η κάθε είδους κακοποίηση μπορούν, επίσης, να συμβάλλουν στην εμφάνιση ανορεξίας. Επιπλέον, σε πολλές περιπτώσεις, όσοι διαγνώσκονται με ανορεξία είναι πιθανότερο να εμφανίζουν και άλλες αγχώδεις διαταραχές .
Υπάρχουν και ψυχολογικά χαρακτηριστικά (προσωπικότητας) τα οποία κάνουν ένα άτομο ευάλωτο στην ανορεξία.
- Η τελειομανία είναι ο οδηγός για όσους προσπαθούν να ελέγξουν με πολύ αυστηρά κριτήρια την πρόσληψη φαγητού. Αυτό το χαρακτηριστικό δημιουργεί στα άτομα την αίσθηση ότι δεν έχουν πετύχει σχεδόν ποτέ το επιθυμητό αποτέλεσμα στο σώμα τους.
- Όσοι αναπτύσσουν διατροφική διαταραχή είναι πιο πιθανό να έχουν χαμηλή αίσθηση αυτοαξίας και αυτοεκτίμησης.
- Τέλος, υπάρχουν και περιπτώσεις όπου παρουσιάζονται ψυχαναγκαστικές ή καταναγκαστικές συμπεριφορές που αφορούν το φαγητό, την άσκηση και την καθημερινότητα των ατόμων που πάσχουν ή βρίσκονται στα πρόθυρα νευρικής ανορεξίας.